Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Εὖροι ἐ

См. также в других словарях:

  • εὕροι — εὕροῑ , εὑρίσκω find aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὖροι — Εὖρος the East wind masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὖροι — ἐύρρους masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διάφορο — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 420 μ., 48 κάτ.) του νομού Ξάνθης. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μύκης. * * * το (AM διάφορον) τόκος χρημάτων («έβαλα τα χρήματα μου στο διάφορο») νεοελλ. 1. κέρδος, ωφέλεια,… …   Dictionary of Greek

  • ετησίες — οι (Α ἐτησίαι) [έτος] (πολλές φορές συνοδεύεται από τη λέξη άνεμοι) περιοδικοί βόρειοι άνεμοι που πνέουν το καλοκαίρι στην ανατολική λεκάνη τής Μεσογείου, οι μεσογειακοί μουσσώνες, τα μελτέμια αρχ. 1. ο άνεμος Εύρος, δηλ. ο νοτιοανατολικός, κν.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»